- ραφτοπούλα
- η швея-ученица; молоденькая швея
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Ραφτοπούλα — Μικρό νησί κοντά στον Πόρτο Ράφτη της. Αττικής. Στους χάρτες του αγγλικού ναυαρχείου, αναφέρεται ως Νησί του αγάλματος (Statue island), επειδή στην κορυφή του υπάρχει ένας κολοσσιαίος φθαρμένος ανδριάντας από πεντελικό μάρμαρο, που έως τώρα οι… … Dictionary of Greek